Το βάδισμα στην επιφάνεια της θάλασσας, η μετατροπή του νερού σε κρασί, η εκκίνηση ενός ρολογιού με τη δύναμη της σκέψης, η μετατροπή ενός βατράχου σε πρίγκιπα, παραβιάζουν τους νόμους της φύσης. Τέτοια θαύματα θα ήταν πολύ ενοχλητικά για την επιστήμη. Ενοχλητικά, αν ποτέ συνέβαιναν, δηλαδή! Επομένως, πώς πρέπει να απαντάμε σε ιστορίες για θαύματα;
Ο Χιουμ χρησιμοποίησε τα παρακάτω λόγια — μην ξεχνάτε ότι τα έγραψε πριν από δύο και πλέον αιώνες, και το ύφος της γλώσσας έχει από τότε αλλάξει:
Καμιά μαρτυρία δεν επαρκεί για να εξακριβωθεί η ύπαρξη θαύματος, εκτός αν η μαρτυρία είναι τέτοια ώστε η διάψευσή της να αποτελεί ακόμη μεγαλύτερο θαύμα από το γεγονός που η ίδια αποπειράται να εξακριβώσει.
Επιτρέψτε μου να διατυπώσω το επιχείρημα του Χιουμ με άλλα λόγια. Αν ο Γιάννης σάς αφηγηθεί μια ιστορία για ένα θαύμα, πρέπει να την πιστέψετε μόνο αν εκτιμήσετε ότι θα επρόκειτο για ακόμη μεγαλύτερο θαύμα αν η ιστορία του Γιάννη ήταν ψέμα. Για παράδειγμα, μπορείτε να πείτε, «Θα εμπιστευόμουν στον Γιάννη τη ζωή μου, ποτέ δεν λέει ψέματα’ θα ήταν θαύμα αν ο Γιάννης έλεγε ποτέ ψέματα». Ωραία- όμως ο Χιουμ θα έλεγε το εξής: «Όσο απίθανο κι αν είναι να πει ο Γιάννης ψέμα, άραγε είναι πιο απίθανο απ’ όσο είναι το θαύμα που ισχυρίζεται ότι είδε;» Έστω ότι ο Γιάννης ισχυρίζεται πως είδε μια αγελάδα να πηδάει πάνω απ’ το φεγγάρι. Ανεξάρτητα από το πόσο ειλικρινής είναι ο Γιάννης, το ότι είπε ψέμα είναι «λιγότερο θαύμα» απ’ ό,τι ο ισχυρισμός του ότι μια αγελάδα πήδησε πάνω απ’ το φεγγάρι. Επομένως, πρέπει να προτιμήσετε την εξήγηση ότι ο Γιάννης ψεύδεται.
Σήμερα, θα λέγατε με βεβαιότητα πως η φωτογραφία είναι ολοκάθαρα φτιαχτή, όμως, εκείνη την εποχή, όταν η τέχνη της φωτογραφίας ήταν ακόμη στα πρώτα βήματά της, ακόμα και ο σερ Αρθουρ Κόναν Ντόιλ, δημιουργός του δαιμόνιου Σέρλοκ Χολμς, ξεγελάστηκε, όπως και άλλοι. Χρόνια αργότερα, γριές πια, η Φράνσις και η Έλσι ομολόγησαν πως οι «νεράιδες» ήταν χάρτινες φιγούρες. Ας σκεφτούμε, όμως, σαν τον Χιουμ, και ας δούμε γιατί ο Κόναν Ντόιλ έπρεπε να είχε φανεί πιο έξυπνος και να μην παραπλανηθεί από το τέχνασμα. Ποιο από τα δυο παρακατω ενδεχόμενα θα έμοιαζε περισσότερο με θαύμα, αν ήταν αληθές;
- Υπήρχαν πραγματικά νεράιδες, μικροσκοπικά ανθρωπάκια με φτερά, που πετούσαν από λουλούδι σε λουλούδι,
- Μετά από συνεννόηση, η Ελσι και η Φράνσις είχαν «προσθέσει» νεράιδες στις φωτογραφίες τους.
Τα παιδιά λένε μεταξύ τους απίθανες ιστορίες’ το ένα προσπαθεί να πείσει το άλλο — και, συχνά, το καταφέρνουν πολύ εύκολα. Υποθέστε ότι πιστεύατε πως γνωρίζετε πολύ καλά την ‘Ελσι και τη Φράνσις – ότι είναι ειλικρινείς και ότι δεν θα τους περνούσε από το μυαλό να κάνουν κάποιο τέχνασμα. Υποθέστε ότι τα κορίτσια είχαν υποβληθεί στον ορό της αλήθειας. Υποθέστε ότι είχαν περάσει με απόλυτη επιτυχία τον ανιχνευτή ψεύδους. Ακόμη και αν ίσχυαν όλα αυτά μαζί -δηλαδή θα επρόκειτο για θαύμα αν τα δύο κορίτσια έλεγαν ψέματα- τότε τι θα ισχυριζόταν ο Χιουμ; Θα έλεγε ότι το «θαύμα» να πουν ψέματα θα ήταν και πάλι μικρότερο από εκείνο με τις νεράιδες που ισχυρίζονταν πως είχαν καταγράψει με τη φωτογραφική μηχανή τους.
Η φάρσα των δύο κοριτσιών δεν έβλαψε κανέναν, και είναι μάλλον αστείο ότι ξεγέλασαν τον σπουδαίο Κάναν Ντόιλ. Όμως, παρόμοιες φάρσες από νέους ανθρώπους δεν είναι καθόλου για γέλια – για να το θέσω ευγενικά.
Τον 17ο αιώνα, στο Σάλεμ, ένα χωριό της Νέας Αγγλίας, μια ομάδα κοριτσιών καταλήφθηκε από υστερική εμμονή με τις «μάγισσες», και άρχισε να φαντάζεται, ή να επινοεί, κάθε λογής πράγματα που, δυστυχώς, πίστευαν οι φανατικά προληπτικοί ενήλικες της κοινότητας. Αρκετές ηλικιωμένες γυναίκες —και κάποιοι άντρες— κατηγορήθηκαν πως είχαν συμμαχήσει με τον διάβολο και έκαναν μάγια στα κορίτσια, που ισχυρίστηκαν ότι τις είχαν δει να πετάνε στον αέρα, ή να κάνουν άλλα περίεργα πράγματα που πίστευαν πως έκαναν οι μάγισσες. Οι συνέπειες ήταν εξαιρετικά σοβαρές: η μαρτυρία των κοριτσιών έστειλε σχεδόν είκοσι ανθρώπους στην αγχόνη. Μάλιστα, ένας άντρας, μετά από επίσημο τελετουργικό, λιθοβολήθηκε μέχρι θανάτου — φρικτό τέλος για έναν αθώο, ο οποίος κατηγορήθηκε επειδή μια ομάδα παιδιών επινόησε ιστορίες γι’ αυτόν. Πραγματικά, δεν μπορώ να καταλάβω αυτά τα κορίτσια. Προσπαθούσαν να εντυπωσιάσουν η μία την άλλη; Μήπως έκαναν κάτι παρόμοιο με τη σκληρή «κυβερνοτρομοκρατία» που επιχειρείται σήμερα μέσω ηλεκτρονικών μηνυμάτων ή στις ομάδες κοινωνικής δικτύωσης; Η μήπως πίστευαν πραγματικά τις ιστορίες τους;
Τι πραγματικά συνέβη; Συνέβη όντως ένα θαύμα στη Φάτιμα; Εμφανίστηκε πραγματικά το φάντασμα της Παρθένου Μαρίας; Το καλό είναι ότι δεν την είδε κανείς εκτός από τα τρία παιδιά, άρα δεν χρειάζεται να λάβουμε υπόψη μας αυτό το κομμάτι της ιστορίας. Όμως, υποτίθεται ότι 70.000 άνθρωποι είδαν το θαύμα του κινούμενου Ήλιου, επομένως, τι μπορούμε να συμπεράνουμε; Μετακινήθηκε πραγματικά ο Ήλιος (ή μήπως η Γη ως προς αυτόν, και έτσι φάνηκε ότι κινήθηκε ο Ήλιος); Αν σκεφτούμε σαν τον Χιουμ, μπορούμε να εξετάσουμε τρία ενδεχόμενα.
- Ο Ήλιος μετακινήθηκε πραγματικά στον ουρανό και κατρακύλησε απειλητικά προς το τρομοκρατημένο πλήθος, πριν επανέλθει στην αρχική θέση του. (Ή, η Γη μετέβαλε την περιφορά της, έτσι ώστε να φαινόταν σαν να είχε μετακινηθεί ο Ήλιος).
- Στην πραγματικότητα ούτε ο Ήλιος ούτε η Γη κινήθηκαν, και οι 70.000 άνθρωποι βίωσαν παράλληλα μια παραίσθηση.
- Δεν συνέβη τίποτε» το περιστατικό μεταφέρθηκε εσφαλμένα, μεγαλοποιήθηκε ή απλώς επινοήθηκε.
Ποιο από τα παραπάνω ενδεχόμενα θεωρείτε πιο πιθανό; Σίγουρα το 3 είναι το λιγότερο παρατραβηγμένο, αυτό που αξίζει λιγότερο τον χαρακτηρισμό «θαύμα». Για να αποδεχτούμε το ενδεχόμενο 3, πρέπει απλώς να πιστέψουμε ότι κάποιος ανέφερε ψευδώς ότι 70.000 άνθρωποι είδαν τον Ήλιο να κινείται, και ότι το ψέμα επαναδιατυπωθηκε και διαδόθηκε, όπως ακριβώς όλοι οι αστικοί μύθοι. Το ενδεχόμενο 2 είναι λιγότερο πιθανό. Απαιτεί να πιστέψουμε ότι 70.000 άνθρωποι βίωσαν ταυτόχρονα μια παραίσθηση που σχετιζόταν με τον Ήλιο. Μάλλον παρατραβηγμένο. Όσο απίθανο, όμως, κι αν δείχνει το ενδεχόμενο 2 —σχεδόν σαν θαύμα- θα αποτελούσε ένα πολύ μικρότερο θαύμα σε σχέση με το ενδεχόμενο 1.
Σε όλη τη διάρκεια της ημέρας, ο Ήλιος είναι ορατός σε ένα ολόκληρο ημισφαίριο της Γης, όχι μόνο σε μία πορτογαλική πόλη. Αν είχε πραγματικά μετακινηθεί, εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο το ημισφαίριο -όχι μόνο στη Φάτιμα— θα είχαν τρομοκρατηθεί και θα είχαν χάσει τα λογικά τους. Στην πραγματικότητα, τα επιχειρήματα εναντίον του ενδεχομένου 1 είναι ακόμη πιο ισχυρά. Αν ο Ήλιος είχε πραγματικά μετακινηθεί με την ταχύτητα που αναφέρεται —«κατρακυλώντας» προς το πλήθος— ή αν είχε συμβεί κάτι που μπορούσε ν’ αλλάξει την περιφορά της Γης ώστε να φαίνεται ότι ο ‘Ηλιος είχε μετακινηθεί με κολοσσιαία ταχύτητα, θα είχαμε όλοι χαθεί με ένα καταστροφικό τέλος. Είτε η Γη θα είχε βγει από την τροχιά της και θα ήταν σήμερα ένας ψυχρός βράχος, χωρίς ζωή, που θα διέσχιζε μοναχικά το σκοτεινό κενό, ή θα είχαμε παρασυρθεί προς τον Ήλιο και θα είχαμε ψηθεί… Η Γη περιστρέφεται με 1.600 χλμ. την ώρα γύρω από τον άξονα της (αν μετρηθεί στον ισημερινό), ωστόσο η φαινόμενη κίνηση του Ήλιου είναι πολύ αργή για να την αντιληφθούμε, επειδή βρίσκεται πολύ μακριά από τον πλανήτη μας. Αν ο Ήλιος και η Γη πλησίαζαν ξαφνικά τόσο γρήγορα ώστε ένα πλήθος να βλέπει τον Ήλιο να «κατρακυλά» προς το μέρος του, τότε η πραγματική κίνηση θα έπρεπε να είναι χιλιάδες φορές ταχύτερη απ’ ό,τι συνήθως και θα έφερνε πραγματικά το τέλος του κόσμου.
Λέγεται πως η Λουτσία είπε στο πλήθος να κοιτάξει προς τον Ήλιο. Εξαιρετικά ανόητη κίνηση, επειδή μπορεί να προκαλέσει βλάβη στα μάτια μας. Μπορεί, επίσης, να προκαλέσει την ψευδαίσθηση ότι ο Ήλιος τρεμοπαίζει στον ουρανό. Ακόμα και αν ένα μόνο άτομο βίωσε την παραίσθηση, ή είπε ψέματα πως είδε τον Ήλιο να κινείται, και το ανέφερε σε κάποιον άλλον, ο οποίος το μετέφερε σε κάποιον άλλον, κ.ο.κ., ήταν αρκετό για τη διάδοση της φήμης. Στο τέλος, μπορεί κάποιος απ’ αυτούς που άκουσαν τη φήμη να έγραψε βιβλίο γι’ αυτήν. Για τον Χιουμ, δεν έχει σημασία αν τελικά συνέβησαν έτσι τα πράγματα. Όσο απίθανο κι αν φαίνεται το γεγονός να σφάλλουν ταυτόχρονα 70.000 άνθρωποι, είναι πολύ λιγότερο απίθανο από το να κατρακύλησε ο Ήλιος προς το πλήθος.
Ο Χιουμ δεν δήλωσε ποτέ ξεκάθαρα πως είναι αδύνατον να συμβούν θαύματα, Αντιθέτως, μας κάλεσε να σκεφτούμε το θαύμα ως ένα απίθανο γεγονός – ένα γεγονός που μπορούμε να εκτιμήσουμε την απιθανότήτά του. Η εκτίμηση δεν χρειάζεται να είναι ακριβής. Αρκεί η απιθανότητα ενός υποτιθέμενου θαύματος να μπορεί να ενταχθεί σε κάποιου είδος κλίμακας, και μετά να συγκριθεί με κάποια εναλλακτική υπόθεση, όπως η παραίσθηση ή το ψέμα.
Ας εξετάσουμε μια άλλη διάσημη «ιστορία με θαύμα», εκείνη που ανέφερα προηγουμένως για τον Ιησού, ο οποίος μετέτρεψε το νερό σε κρασί. Για μια ακόμα φορά, μπορούμε να διακρίνουμε τρία βασικά είδη δυνατών εξηγήσεων:
- Συνέβη στην πραγματικότητα. Τό νερό πράγματι μετατράπηκε σε κρασί,
- Ήταν ένα έξυπνο ταχυδακτυλουργικό τέχνασμα.
- Τίποτε απ όλα αυτά δεν συνέβη.
Είναι απλώς μια ιστορία, ένα μυθοπλαστικό επινοημένο αφήγημα. Ή, μια παρερμηνεία ενός λιγότερο θαυμαστού γεγονότος, που πραγματικά συνέβη.
Νομίζω πως δεν μπορούμε να αμφισβητήσουμε τη σειρά με την οποία κατατάσσονται οι πιθανότητες. Αν αλήθευε η εξήγηση 1, θα παραβιάζονταν κάποιες από τις βαθύτερες επιστημονικές αρχές μας, για τους ίδιους ακριβώς λόγους με εκείνους που είδαμε στο πρώτο κεφάλαια όταν μιλούσαμε για κολοκύθες και άμαξες, για βατράχους και πρίγκιπες. Τα μόρια του νερού θα έπρεπε να μετατραπούν σε ένα πολύπλοκο μείγμα μορίων αλκοόλης, τανίνης, σακχάρων και πολλών άλλων. Για να προτιμηθεί η συγκεκριμένη, οι εναλλακτικές εξηγήσεις πρέπει να είναι εξαιρετικά απίθανες.
Το ταχυδακτυλουργικό τέχνασμα είναι ένα ενδεχόμενο (πολύ πιο έξυπνα κόλπα βλέπουμε τακτικά στη σκηνή και στην τηλεόραση), πολύ πιο απίθανο, όμως, από την εξήγηση 3. Γιατί να επικαλεστούμε μια ταχυδακτυλουργία, με δεδομένο ότι δεν διαθέτουμε καν στοιχεία που να συνηγορουν ότι το συμβάν συνέβη τελικά; Γιατί να σκεφτούμε το ταχυδακτυλουργικό τέχνασμα, όταν η εξήγηση 3 είναι συγκριτικά πολύ πιο πιθανή;
Κάποιος επινόησε την ιστορία. Οι άνθρωποι επινοούν συνεχως ιστορίες. Αυτό σημαίνει μυθοπλασία. Επειδή είναι ολοφάνερο ότι πρόκειται για φανταστική ιστορία, δεν χρειάζεται να σκοτιζόμαστε με ταχυδακτυλουργικά τεχνάσματα, ή με πραγματικά θαύματα που παραβιάζουν τους νόμους της φύσης και ανατρέπουν όλα όσα γνωρίζουμε και κατανοούμε σχετικά με τη λειτουργία του Σύμπαντος.
Ξέρουμε ότι για τον συγκεκριμένο κήρυκα, τον Ιησού, έχουν επινοηθεί πολλές μυθοπλαστικές ιστορίες. Για παράδειγμα, ίσως έχετε ακούσει ένα ωραίο τραγουδάκι με τίτλο «Τα κάλαντα της κερασιάς». Αναφέρεται στον Ιησού, όταν ήταν ακόμα στη μήτρα της μητέρας του, Μαρίας (πρόκειται για την ίδια Μαρία που συναντήσαμε στην ιστορία της Φάτιμα), η οποία περνούσε με τον άντρα της Ιωσήφ μπροστά από μια κερασιά. Η Μαρία λιμπίστηκε μερικά κεράσια, αλλά ήταν πολύ ψηλά στο δέντρο και δεν μπορούσε να τα φτάσει. Ο Ιωσήφ δεν είχε καμιά όρεξη να σκαρφαλωνει στα δέντρα, αλλά…
Τότε μίλησε ο αγέννητος Ιησούς, μέσα απ’τη μήτρα της Μαρίας:
«Σκύψε, συ, ψηλότερο κλαδί, η μητέρα μου να σε γευθεί.
Σκύψε, συ, ψηλότερο κλαδί, η μητέρα μου να σε γευθεί».
Τότε έσκυψε το ψηλότερο κλαδί, μέχρι ν ‘ αγγίξει της Μαρίας το χέρι, «Ω, Ιωσήφ, για δες», αναφωνεί αυτή, «σκυψαν τα κεράσια στην προσταγή». «Ω, Ιωσήφ, για δες», αναφωνεί αυτή, «σκυψαν τα κεράσια στην προσταγή».
Το ίδιο μπορούμε να ισχυριστούμε για όλα τα υποτιθέμενα θαύματα, για όλες τις «υπερφυσικές» εξηγήσεις. Υποθέστε πως μας συμβαίνει κάτι ακατανόητο’ δεν είμαστε σε θέση να αντιληφθούμε αν είναι απάτη, τέχνασμα ή ψέμα. Συμπεραίνουμε ότι πρόκειται για κάτι υπερφυσικό; Όχι! Όπως εξήγησα, αυτό θα έθετε τέλος σε οποιαδήποτε περαιτέρω συζήτηση. Θα έδειχνε οκνηρία, ακόμη και ανειλικρίνεια, επειδή ισοδυναμεί με τον ισχυρισμό ότι καμιά φυσική εξήγηση δεν είναι δυνατή. Αν ισχυρίζεστε ότι το «αλλόκοτο» ισοδυναμεί με το «υπερφυσικό», τότε δεν δηλώνετε απλώς ότι προς το παρόν δεν το καταλαβαίνετε’ τα παρατάτε και λέτε ότι δεν μπορεί ποτέ να γίνει κατανοητό.
Το θαύμα του σήμερα είναι η τεχνολογία του αύριο
Υπάρχουν πράγματα που δεν μπορούν να εξηγήσουν ακόμα και οι καλύτεροι σύγχρονοι επιστήμονες. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει όχι πρέπει να σταματήσουμε κάθε έρευνα καταφεύγοντας σε ψευδεπίγραφες «εξηγήσεις» που επικαλούνται τη μαγεία ή το υπερφυσικό. Απλώς φανταστείτε πώς θα αντιδρούσε ένας μεσαιωνικός άνθρωπος —ακόμα και ο πιο μορφωμένος της εποχής του- αν έβλεπε ένα αεροσκάφος, ένα λάπτοπ, ένα κινητό τηλέφωνο ή μια συσκευή δορυφορικής πλοήγησης. Πιθανότατα θα τις χαρακτήριζε υπερφυσικές, θαυματουργικές. Σήμερα, όμως, αυτές οι συσκευές είναι κοινός τόπος.
Ξέρουμε πώς λειτουργούν, επειδή τις κατασκεύασαν άνθρωποι, με βάση τις αρχές της επιστήμης. Δεν χρειάστηκε να επικαλεστούν τη μαγεία, το θαύμα ή το υπερφυσικό σημέρα, βλέπουμε ότι ο μεσαιωνικός άνθρωπος θα έσφαλλε αν σκεφτόταν έτσι.
Δεν χρειάζεται να επιστρέφουμε στον Μεσαίωνα για να αντιληφθούμε την ουσία του επιχειρήματος. Μια διεθνής εγκληματική οργάνωση της βικτοριανής εποχής, εξοπλισμένη με σύγχρονα κινητά τηλέφωνα, θα μπορούσε να συντονίζει τις δραστηριότητες της με τρόπους που ο Σέρλοκ Χολμς θα απέδιδε σε τηλεπάθεια. Για τη λογική του Σέρλοκ Χολμς, ένας ύποπτος φόνου που θα μπορούσε να αποδείξει ότι βρισκόταν στη Νέα Υόρκη το απόγευμα που έγινε ο φόνος στο Λονδίνο, θα είχε το τέλειο άλλοθι, επειδή στα τέλη του 19ου αιώνα ήταν αδύνατον να βρεθείς στη Νέα Υόρκη και στο Λονδίνο την ίδια ημέρα αν κάποιος ισχυριζόταν το αντίθετο, θα φαινόταν πως επικαλείται το υπερφυσικό. Ο εξέχων συγγραφέας επιστημονικής φαντασίας Άρθουρ Κλαρκ, συνόψισε τα παραπάνω στον «Τρίτο Νόμο του Κλαρκ»: Οποιαδήποτε επαρκώς εξελιγμένη τεχνολογία δεν διακρίνεται από τη μαγεία.
Αν μια χρονομηχανή μπορούσε να μας μεταφέρει έναν αιώνα στο μέλλον, θα βλέπαμε πράγματα που σήμερα θεωρούνται αδύνατα – θα βλέπαμε θαύματα. Αυτό δεν σημαίνει πως ό,τι σήμερα θεωρούμε αδύνατον θα συμβεί κάποια στιγμή στο μέλλον. Οι συγγραφείς επιστημονικής φαντασίας επινοούν εύκολα χρονομηχανές -ή μηχανές αντιβαρύτητας, ή πυραύλους— που ταξιδεύουν με ταχύτητα μεγαλύτερη του φωτός. Όμως, το γεγονός ότι μπορούμε να τις φανταστούμε δεν σημαίνει ότι θα τις πραγματοποιήσουμε. Κάποια από αυτά που φανταζόμαστε σήμερα, ίσως γίνουν μια μέρα πραγματικότητα. Τα περισσότερα δεν θα γίνουν.
Όσο περισσότερο το σκεφτόμαστε, τόσο συνειδητοποιούμε πως αυτή καθαυτή η ιδέα ενός υπερφυσικού θαύματος είναι μια ανοησία. Αν συμβεί κάτι που δεν εξηγείται επιστημονικά, μπορούμε με ασφάλεια να καταλήξουμε σε δύο συμπεράσματα: είτε δεν συνέβη (ο παρατηρητής έσφαλε, ψεύδεται, παραπλανήθηκε), ή αποκαλύψαμε μια ανεπάρκεια της σύγχρονης επιστήμης. Αν η σημερινή επιστήμη έρθει αντιμέτωπη με μια παρατήρηση, ή ένα πειραματικό αποτέλεσμα που δεν μπορεί να εξηγήσει, δεν πρέπει να εφησυχάσουμε αλλά να βελτιώσουμε την επιστήμη μας, ώστε να μας δώσει μια εξήγηση. Αν απαιτηθεί ένα ριζικά διαφορετικό είδος επιστήμης —μια επαναστατική επιστήμη που οι παλαιότεροι επιστήμονες σχεδόν δεν θα αναγνώριζαν ως επιστήμη— κανένα πρόβλημα. Έχει ξανασυμβεί. Ποτέ, όμως, μη γίνετε οκνηροί -ή ηττοπαθείς- ώστε να πείτε: «Είναι κάτι υπερφυσικό», ή «Είναι θαύμα». Αντιθέτως, πείτε ότι είναι ένας γρίφος, ότι είναι κάτι παράξενο, ότι είναι μια πρόκληση που πρέπει να αντιμετωπίσουμε’ Είτε αντιμετωπίσουμε την πρόκληση αμφισβητώντας την αλήθεια της παρατήρησης, είτε επεκτείνοντας την επιστήμη μας προς νέες και συναρπαστικές κατευθύνσεις, η κατάλληλη αντίδρασή μας σε οποιαδήποτε τέτοια πρόκληση είναι η κατά μέτωπο αντιπαράθεση. Και μέχρι να βρούμε μια κατάλληλη απάντηση στο μυστήριο, δηλώνουμε χωρίς πρόβλημα: «Δεν το καταλαβαίνουμε ακόμα, αλλά εργαζόμαστε προς αυτή την κατεύθυνση». Σε τελική ανάλυση, είναι το μόνο ειλικρινές πράγμα που μπορούμε να κάνουμε.
Ελπίζω να συμφωνείτε πως η αλήθεια έχει μια δική της μαγεία. Η αλήθεια είναι πιο μαγική -με την καλύτερη και πιο συναρπαστική έννοια του όρου— από κάθε μύθο, επινοημένο μυστήριο ή θαύμα. Η επιστήμη διαθέτει τη δική της μαγεία: τη ΜΑΓΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ.
Γιώργος Γ. – Antichainletter