Επειδή όμως δεν υπήρχε καμία εμπιστοσύνη στις υποσχέσεις του Αλή, οι Άγγλοι φρόντισαν να μην επιτρέψουν την είσοδό του στην Πάργα για περίπου ένα μήνα, δίνοντας την ευκαιρία σε όποιους Παργινούς ήθελαν, να εγκαταλείψουν τα πατρογονικά τους εδάφη. Οι εξόριστοι αφού συγκέντρωσαν όλα τους τα ιερά κειμήλια αλλά και τα οστά των προγόνων τους, μπήκαν σε πλοιάρια και οι περισσότεροι από αυτούς, περίπου 4.000,μετανάστευσαν στα Ιόνια Νησιά και κυρίως στην Κέρκυρα.Εκεί ενεπόθεσαν σε διάφορους Ναούς προς φύλαξη, τα κειμήλιά τους, με την ελπίδα της επιστροφής αυτών στην πρέπουσα θέση τους μια μελλοντική ημέρα απελευθέρωσης της πατρίδας τους.
Η πράξη αυτή των Άγγλων κατηγορήθηκε σχεδόν από όλη την Ευρώπη.Παραθέτουμε πίνακες ζωγραφικής Ευρωπαίων καλλιτεχνών που απεικονίζουν την φυγή των προσφύγων.
Tό 1913 η Πάργα απέκτησε την ανεξαρτησία της.Έτσι σιγά σιγά ήρθε και η ημέρα της επιστροφής των κειμηλίων της στη θέση τους.
Το γεγονός αυτό έγινε στην Κέρκυρα στις 22/5/1930,με την πιο επίσημη τελετή και σεβασμό προς τους ηθικούς νόμους της Ελληνικής Πολιτείας.Την 21η Μαΐου ήρθε στην Κέρκυρα το θρυλικό πλοίο «Έλλη»,μεταφέροντας την Παργινή Επιτροπή παραλαβής των κειμηλίων.
Στο βάθος η «ΕΛΛΗ» και αριστερά η «Ρούμελη» που θα μετέφερε κόσμο στη Πάργα.
Μητροπολίτης Κερκύρας ήταν τότε ο Αθηναγόρας,μετέπειτα Πατριάρχης. Μητροπολίτης Παραμυθιάς και Πάργας, ήταν ο συνονόματος Αθηναγόρας.
Ο Κερκυραϊκός λαός, γνώστης της ευθύνης του ως θεματοφύλακας των κειμηλίων αυτών,παρακολουθούσε με ευλάβεια,χαρά και εθνική υπερηφάνεια την παράδοση τους στους συμπατριώτες Παργινούς.
Η πομπή ξεκίνησε από τον ναό του Αγ.Γεωργίου, όπου συγκεντρώθηκαν όλα τα κειμήλια.
Γλαφυρότατα περιγράφεται η τελετή από την Κερκυραία Μαίρη Αρώνη,όπως αναφέρεται στο βιβλίο του Νίκου Τσάκα «Παργινές Εκκλησίες Ιερά Κειμήλια-Αρχαία Μνημεία»
«….Η λιτανεία αργά προχωρεί.Συγκινημένος ο κόσμος σταυροκοπείται στη διάβα της. Παπάδες ιεροφορεμένοι κρατούν στα χέρια τα άγια σκεύη που τόσα χρόνια φύλαγε η Κέρκυρα με ευλάβεια.Σήμερα θα τα παραδώση στην Πάργα….»
Αργά η λιτανεία προχωρεί.Γλυκείς οι ήχοι των μουσικών γεμίζουν την ξάστερη ατμόσφαιρα…ο ξύλινος Σταυρός,το λάβαρο ξεσχισμένο από τα βόλια των Τούρκων,τα ασημένια αντικείμενα,το ιερό Ευαγγέλιο,εικόνες μαυρισμένες από την πολυκαιρία,ακολουθούν κιβώτια με αναρίθμητα κειμήλια σπασμένα, με την Ελληνική Σημαία…
Μεταξύ όλων αυτών των θησαυρών είναι και η Παναγιοπούλα.Ύστερα από τόσα χρόνια θα την ξαναπάμε στον αγαπητό τόπο,όπου πρώτα την ευρήκαν, μέσ’ ‘ς τους βράχους και την άγρια πρασινάδα…
Σήμερα χαμογελάει……
Η Λιτανεία έχει φτάσει στην προκυμαία.
Μία βενζινάκατος του καταδρομικού περιμένει να παραλάβη τα κειμήλια και να τα μεταφέρει στο πολεμικό…..
Μία απόλυτος ησυχία πλέον.Η συνοδεία έφθασε στο νερό….Ο Μητροπολίτης Κερκύρας σφίγγει μια τελευταία φορά την Παναγιοπούλα προτού την παραδώση σ’ εκείνους τους οποίους ανήκει.
Είναι στιγμή από απερίγραπτη συγκίνηση.
Ω! να μπορούσαν να την δουν οι παλαιοί Παργινοί! Ολόγυρα όλοι κλαίνε…..Ο γέρων Μητροπολίτης της Πάργας είναι βαθειά συγκεκινημένος,δάκρυα βρέχουν τις παρειές του και τα βλέφαρά του. Μια τελευταία φορά ο Μητροπολίτης Κερκύρας ασπάζεται την θαυματουργή εικόνα,την ικετεύει να εξακολουθή από μακρυά ακόμη να προστατεύη το νησί. Ο Μητροπολίτης Πάργας δέχεται την εικόνα στα τρεμουλιασμένα του χέρια.Στα μάτια του περνά μία έκφραση από χαρά και βαθειά κατάνυξη.Φως άγιο λάμπει στο πρόσωπό του..
Τα κειμήλια τοποθετούνται στην βενζινάκατο. Στην πλώρη είναι ο Σταυρός,στην πρύμνη το λάβαρο….Το σκάφος ξεκινά…ο ήλιος λάμπει……ο ουρανός είναι ανέφελος…Η θάλασσα γαλάζια ανασαίνει…Τα ευλαβικά βλέμματα του κόσμου παρακολουθούν την βενζινάκατο. Μια ματιά ακόμη ρίχνουν στα κειμήλια,που φεύγουν.Ο Σταυρός ξεχωρίζει απάνω στα μικρά γαλανά κύματα.
Μια ακόμη σελίδα της ιστορίας έκλεισε…
Η «ΕΛΛΗ» παραλαμβάνει τα ιερά κειμήλια της Πάργας.
Σηκώνει την Άγκυρα. Το πολεμικό γλυστρά απάνω στα νερά σιγά πρώτα,ύστερα γοργά.
Ο κόσμος το παρακολουθεί,ώσπου χάνεται πίσω από τον κάβο του Φρουρίου…
Οι καρδιές πάλλουν. Οι σκέψεις γυρίζουν στην Πάργα, όταν εδώ και χρόνια ένα δειλινό με ξάστερο ουρανό και ήσυχη θάλασσα τα καΐκια με τους Παργινούς εξορίστους απομακρύνονταν αργά,αργά,από το αγαπημένο χώμα.